Σε άρθρο του ο ιστορικός Ζαρίρ Μασάνι ισχυρίζεται ότι οι σύγχρονοι Έλληνες δεν κατάγονται από τους αρχαίους και πως «η νομιμότητα των ελληνικών αξιώσεων για τα Γλυπτά είναι στην καλύτερη περίπτωση αμφίβολη»
Και προσθέτει ότι «δεν υπάρχει καμία ένδειξη ότι ο πληθυσμός της σύγχρονης Ελλάδας δικαιούται μετά από δυόμισι χιλιετίες να ισχυρίζεται ότι κατάγεται είτε από τους σκλάβους που έχτισαν τον Παρθενώνα είτε από τους Αθηναίους ηγεμόνες που ανέθεσαν την κατασκευή του. Οι πληθυσμοί έχουν μεταναστεύσει, αναμειχθεί και αλλοιωθεί σε ολόκληρο τον κόσμο εδώ και χιλιετίες, έτσι λίγοι από εμάς μπορούν να διεκδικήσουν δικαιώματα με βάση τη γεωγραφική ή την εθνική συνέχεια από την αρχαιότητα».
Στο ίδιο άρθρο, ο Βρετανός ιστορικός ισχυρίζεται ότι «τα Γλυπτά μεταφέρθηκαν εντελώς νόμιμα από τον Έλγιν, με επίσημη άδεια από την οθωμανική κυβέρνηση στο Λονδίνο, με προσωπικό κόστος 5 εκατομμυρίων λιρών. Αργότερα πουλήθηκαν, πάλι εντελώς νόμιμα, στη βρετανική κυβέρνηση, η οποία με τη σειρά της τα δώρισε στο Βρετανικό Μουσείο. Όλες αυτές οι συναλλαγές καταγράφονται σε σχετικά έγγραφα. Το νέο ελληνικό κράτος, το οποίο δημιουργήθηκε με βρετανική βοήθεια, είχε απαίτηση για τα μάρμαρα μισό αιώνα μετά».
Παράλληλα, υμνεί τον λόρδο αφού, σύμφωνα με τον ίδιο, χάρη σε αυτόν «διασώθηκαν τα κλασικά ερείπια από την αφάνεια, την παραμέληση και την καταστροφή».
«Η θέση τους είναι στο Βρετανικό Μουσείο»
Στη συνέχεια, ο Μασάνι κατηγορεί για επιχείρηση πλύσης εγκεφάλου την «καμπάνια “απο-αποικιοποίησης”», την οποία θεωρεί υπεύθυνη για το ενδεχόμενο «επιστροφής στην Ελλάδα, με το πρόσχημα του δανεισμού, ορισμένων από τα πιο εμβληματικά αντικείμενα του Βρετανικού Μουσείου, των Μαρμάρων του Παρθενώνα».
«Δεν υπάρχει αμφιβολία ότι η ελληνική κυβέρνηση, που εξακολουθεί να διεκδικεί τη νόμιμη ιδιοκτησία, δεν θα επιστρέψει ποτέ πρόθυμα ένα τέτοιο δάνειο, και όλοι γνωρίζουμε ότι η κατοχή αντιπροσωπεύει τα εννέα δέκατα του νομικού καθεστώτος. Η τρέχουσα συμφωνία, που σχεδιάστηκε για να παρακάμψει τους κανόνες που εμποδίζουν τα βρετανικά μουσεία να παραχωρούν τους εθνικούς τους θησαυρούς, έγινε με τη μεσολάβηση του πρώην υπουργού Πολιτισμού Λόρδου Βέιζι και του πρώην υπουργού Οικονομικών Τζορτζ Οσμπορν, νυν προέδρου του Βρετανικού Μουσείου, αλλά οι λεπτομέρειες της δεν έχουν ακόμη αποκαλυφθεί», σημειώνει ο ίδιος.
Το «εμπρηστικό» άρθρο καταλήγει με την άποψη του Μασάνι πως η θέση των Γλυπτών είναι στο Βρετανικό Μουσείο όπου τα θαυμάζουν πάνω από 6 εκατομμύρια επισκέπτες το χρόνο και όχι στο Μουσείο της Ακρόπολης, όπου έρχονται κάθε χρόνο λιγότερο από το ένα τρίτο των παραπάνω επισκεπτών.
Πηγή: tovima.gr