Ο Δημήτρης Μπαλτάς ανήκει στη νέα γενιά ποιητών. Μιας γενιάς που η ποίηση έχει αλλάξει μορφή επικοινωνίας και για τη διάδοση της χρήζει απαραίτητη η εμπλοκή της με τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης. Μιας γενιάς η οποία έχει κληθεί να αντιμετωπίσει αλλεπάλληλες κρίσεις ψάχνοντας για λύσεις στα αδιέξοδα που επιβάλλει η εποχή, γεγονός που οδηγεί όνειρα και ελπίδες σε μια ανεκπλήρωτη μορφή που ο ίδιος μέσω της ποίησης του στο τέταρτο λογοτεχνικό του έργο («Περιγραφές του ανεκπλήρωτου») επιχειρεί να δώσει την δική του ερμηνεία για τα αίτια και τι απορρέει σαν αποτέλεσμα αυτού με ποιήματα τόσο ερωτικά όσο και κοινωνικά.
Ποια ήταν τα ερεθίσματα για την πιο πρόσφατη ποιητική σας συλλογή;
Όπως σε κάθε ποιητική συλλογή ή, για να το πούμε καλύτερα, πίσω από κάθε ποίημα το ερέθισμα δεν είναι παρά η καθημερινότητα. Με την καθημερινότητα εννοώ όλες τις προσλαμβάνουσες, τις σκέψεις αλλά και τα συναισθήματα με τα οποία παλεύει ένας άνθρωπος στη ζωή του. Για να γραφεί ένα ποίημα, πρέπει το υλικό αυτού που ονομάζουμε συμβατικά “έμπνευση” να έχει αποκρυσταλλωθεί και να είναι έτοιμο να μας δώσει το ποίημα. Πρόκειται, αν θέλετε, για μια μαγιά με την οποία πλάθουμε λογοτεχνικούς κόσμους που δεν απέχουν και πολύ απ’ την πραγματικότητα. Ο κάθε άνθρωπος, βέβαια, βιώνει τη δική του προσωπική καθημερινότητα αλλά επηρεάζεται, συνειδητά και μη, από τα γεγονότα. Όταν, λοιπόν, αυτά τα δυο σμίξουν και ωριμάσουν μέσα του, τότε μπορεί να τολμήσει να γράψει.
Τα ποιήματα της πιο πρόσφατης ποιητικής σας συλλογής ήταν προορισμένα για να ενταχθούν σε ποιητική συλλογή ή η ιδέα προέκυψε αφού είχαν ολοκληρωθεί κάποια ποιήματα;
Ποτέ δεν υπήρχε η σκέψη a priori ότι ένας αριθμός ποιημάτων προορίζεται για μια έκδοση, τουλάχιστον έτσι συμβαίνει σε εμένα. Από το 2019 που εξέδωσα την πρώτη μου συλλογή μέχρι σήμερα αυτό δεν έχει αλλάξει. Γράφω ποίηση μόνον όταν έχω την ανάγκη να πω, να εξωτερικεύσω και να αποτυπώσω κάποιες σκέψεις ή συναισθήματα που, κατά κάποιον τρόπο, με βαραίνουν. Τότε έρχεται η ποίηση και με ξελαφρώνει. Μου προσφέρει τον τρόπο, τη διέξοδο αλλά και την ευτυχία να μιλήσω για θέματα για τα οποία δε θα είχα τη δυνατότητα να τα εκφράσω με άλλον τρόπο. Τα ποιήματα από την ώρα που γράφονται μένουν για ένα διάστημα έως ότου η αρχική σύλληψή τους ωριμάζει και μεστώνει. Έπειτα χρειάζεται δουλειά, για να πάρουν την τελική τους μορφή. Και πολύ αργότερα τα επεξεργάζομαι εκ νέου, όταν πρόκειται να αποτελέσουν το περιεχόμενο ενός βιβλίου. Σε κάθε περίπτωση ένας αριθμός ποιημάτων προϋπάρχει μέχρι να φτάσουμε να σκεφτούμε την έκδοση μιας συλλογής.
Τι προσφέρει η ποίηση στον άνθρωπο;
Η ερώτηση αυτή είναι, θα έλεγα, κοινότοπη και, αν θέλετε, μπορούμε να πάμε ένα βήμα παρακάτω και να μιλήσουμε για το τι προσφέρει η τέχνη γενικότερα στον άνθρωπο. Η αλήθεια είναι ότι αν το δούμε καθαρά χρηστικά και πρακτικά το ζήτημα, δεν προσφέρει τίποτα. Από την άλλη, για να πω κι εγώ μια κοινοτοπία, για σκεφτείτε το πότε συντέθηκαν τα ομηρικά έπη ή από πότε ξεκίνησε το θέατρο. Ο άνθρωπος παρήγαγε πολιτισμό, που όπως είπαμε ορθολογιστικά δεν του προσφέρει κάτι. Όμως, επειδή η ζωή είτε μας αρέσει είτε όχι είναι αρκετά δύσκολη, πολλές φορές σκληρή και άδικη, η τέχνη είναι εκείνη που μπορεί να σώσει τον άνθρωπο. Είτε ως άτομο σε προσωπικό επίπεδο είτε ως μέρος του κοινωνικού συνόλου. Έτσι, η ποίηση σώζει. Με την ποίηση ο καθένας από εμάς μπορεί, κυρίως, να νιώσει, να αισθανθεί. Τι; Αν όχι ταύτιση με το ποιητικό υποκείμενο, τουλάχιστον μια σύγκλιση είτε συναισθημάτων είτε απόψεων. Υπάρχει, βέβαια, η άποψη από ένα μεγάλο ποσοστό ανθρώπων ότι η ποίηση και οι ποιητές συντελούν στη δημιουργία μιας ουτοπίας, έξω απ΄ τον πραγματικό κόσμο. Θεωρούν, δηλαδή, ότι είναι κάτι που δεν τους αφορά. Αυτό συμβαίνει, κυρίως, επειδή δε διαβάζουν ποίηση. Είναι κι αυτό ένας κοινός τόπος. Οι συστηματικοί αναγνώστες ποίησης στην Ελλάδα είναι μερικές χιλιάδες. Αυτό δεν αποτελεί φαινόμενο ελληνικό αλλά εν προκειμένω μιλούμε για τα δικά μας δεδομένα. Επομένως, αγνοούν τα οφέλη, τα όποια οφέλη συνεπάγεται η επαφή με την ποίηση. Ωστόσο, πιστεύω ότι η ποίηση αφορά πολύ περισσότερο κόσμο απ’ αυτόν που τη διαβάζει. Η τέχνη είναι εκείνη που αφυπνίζει και αντιδρά στη ζωή, εμβολιάζει τον άνθρωπο για τη ζωή, υπενθυμίζει το παρελθόν, κρίνει το παρόν και προειδοποιεί για το μέλλον. Από την άλλη πλευρά δεν πρέπει να ξεχνάμε την τέρψη και την ψυχαγωγία που προσφέρει στον άνθρωπο. Αυτή η διάσταση της ποίησης ενδεχομένως να μην γίνεται αντιληπτή εκ πρώτης όψεως, εντούτοις ένας συστηματικός αναγνώστης, σαν σκαπανέας, την εντοπίζει και την απολαμβάνει. Σε κάθε περίπτωση θεωρώ ότι η ποίηση είναι δίπλα στον άνθρωπο και όχι απέναντι, και λυπάμαι όταν βλέπω ότι παραγνωρίζεται και δεν τυγχάνει της μεταχείρισης που της αρμόζει.
Ποια είναι η αγαπημένη σας θεματολογία, η βασική πηγή έμπνευσης;
Η θεματολογία ουσιαστικά θα έλεγα ότι βασίζεται στους πόλους: άνθρωπος και κοινωνία. Με ενδιαφέρουν, δηλαδή, αφενός ο άνθρωπος ως ατομικότητα με τα βιώματα, τα πάθη, τα συναισθήματά του και αφετέρου τα κοινωνικά προβλήματα, οι παθογένειες που, δυστυχώς, δεν εκλείπουν, και η προσπάθεια, ο αγώνας για την αλλαγή.
Η έμπνευση ή η σκληρή δουλειά παίζει τον σημαντικότερο ρόλο για ένα επιτυχημένο ποιητικό έργο κατά τη γνώμη σας;
Αδιαμφισβήτητα και τα δύο. Η ισορροπία σε ένα έργο είναι πολύ σημαντική. Η έμπνευση μάς δίνει το υλικό, το οποίο συν τω χρόνω αποτελεί αντικείμενο επεξεργασίας. Εξάλλου η αρχική μορφή ενός ποιήματος, συνήθως, είναι κάπως άτσαλη γλωσσικά και ποιητικά λόγω ακριβώς της ανάγκης για αποτύπωση των σκέψεων επί χάρτου. Είναι, αν θέλετε, ένα προσχέδιο, το οποίο στην πορεία διαπλάθεται και λαμβάνει σάρκα και οστά. Η συγγραφή – είτε πρόκειται για ποίηση είτε για πεζογραφία – θέλει κόπο και χρόνο. Η βιασύνη και η ανυπομονησία είναι κακοί σύμβουλοι.
Πώς κρίνετε την πορεία της σύγχρονης Ελληνικής ποίησης; Συμβαδίζει με την ποιότητα, ο μεγάλος όγκος των εκδόσεων;
Είναι γεγονός ότι κάθε χρόνο εκδίδονται πάρα πολλά βιβλία ποίησης και σε σχέση με τη μειωμένη ανταπόκριση του αναγνωστικού κοινού, στην οποία αναφερθήκαμε, δημιουργείται πρόβλημα στη σχέση ζήτησης και προσφοράς. Ακόμα, πρέπει να πούμε ότι στην Ελλάδα όσοι διαβάζουν ποίηση, γράφουν και οι ίδιοι. Αν όχι όλοι, τουλάχιστον οι περισσότεροι. Αυτό που συμβαίνει είναι το εξής: εκδίδεται μια ποιητική συλλογή και ο κάθε δημιουργός προσπαθεί να διοχετεύσει το έργο του σε συγγενείς, φίλους και γνωστούς. Τα τελευταία χρόνια τα social media βοηθούν, πράγματι, την επαφή μεταξύ ομοτέχνων. Ωστόσο, ο καθένας περιορίζεται στον κύκλο του και ανάλογα με τη δημοφιλία του αλλά και τις λογοτεχνικές του παρέες θα λέγαμε ότι κρίνεται και η τύχη του βιβλίου. Ας μην έχουμε αυταπάτες. Τα βιβλιοπωλεία δυσανασχετούν με τον όγκο των βιβλίων ποίησης, διότι δεν αποτελεί είδος ευπώλητο και εμπορικό. Επομένως, η τύχη του κάθε βιβλίου κρίνεται από τον εκδοτικό οίκο και, κυρίως, απ’ τον ίδιο τον συγγραφέα. Με δεδομένα αυτά τα δύο στα οποία αναφέρθηκα ακροθιγώς, δηλαδή, τις πολλές εκδόσεις και τις περιορισμένες δυνατότητες προβολής τους, καταλαβαίνετε ότι πολλά βιβλία δεν έχουν και την καλύτερη δυνατή τύχη. Δεν είναι όλα τα βιβλία ποίησης που εκδίδονται κάθε έτος καλά και ποιοτικά, ωστόσο υπάρχει σίγουρα ένας αριθμός ποιητικών συλλογών που αξίζει να διαβαστούν και να συζητηθούν από όσους αγαπάνε την ποίηση. Για να απαντήσω, λοιπόν, στο πρώτο ερώτημά σας, θα έλεγα ότι δεν είμαι και πολύ αισιόδοξος για την τύχη της ποίησης που γράφεται σήμερα. Αφενός είναι ενθαρρυντικό ότι αρκετοί γράφουν και ασχολούνται με την ποίηση, αφετέρου η πλειονότητα των εκδιδομένων βιβλίων δε βρίσκει ευρεία ανταπόκριση. Συνήθως, το κριτήριο για να διαφημιστεί μια ποιητική συλλογή δεν είναι η ποιότητά του αλλά, όπως σας είπα, η ικανότητα του ποιητή στις δημόσιες σχέσεις. Αυτό σημαίνει ότι κάμποσα αξιόλογα και σημαντικά βιβλία περνάνε στα αζήτητα και θάβονται. Πολλές ποιητικές φωνές, δυστυχώς, δεν έχουν την ευκαιρία ν’ ακουστούν.
Ποιο ήταν το ερέθισμα για να ασχοληθείτε με την ποίηση;
Από νεαρή ηλικία διάβαζα βιβλία και ήρθα νωρίς σε επαφή με τη λογοτεχνία. Η αλήθεια είναι ότι ξεκίνησα από την πεζογραφία, δηλαδή τα πρώτα μου αναγνώσματα ήταν μυθιστορήματα, κατά κύριο λόγο ξένων πεζογράφων. Αργότερα ανακάλυψα την ποίηση ξεκινώντας από τον Καβάφη, του οποίου το έργο με στιγμάτισε και διαδραμάτισε καθοριστικό ρόλο στη διαμόρφωση της αντίληψής μου περί ποίησης. Έπειτα, ήρθα σε επαφή με πολλούς ποιητές, Έλληνες και ξένους, απολαμβάνοντας την ανάγνωση και τη γνωριμία μαζί τους μέσω του έργου τους. Ήμουν στο γυμνάσιο όταν ξεκίνησα να γράφω, ήταν οι πρώτες απόπειρες, κάποια πρωτόλεια αλλά πιο συστηματικά έγραψα στο λύκειο – συνήθως τα καλοκαίρια που δεν είχα σχολικές υποχρεώσεις και μπορούσα να διαβάζω ανενόχλητος ποίηση. Τότε άρχισα να γράφω κάποια ποιήματα που τα δούλευα συνεχώς και προσπαθούσα να πετύχω ένα αισθητικό αποτέλεσμα που να με ικανοποιεί. Ακόμα και σήμερα, ενώ έχω εκδώσει τέσσερα ποιητικά βιβλία, πάντοτε επεξεργάζομαι το ποιητικό υλικό και επιφέρω διορθώσεις μέχρι και την τελευταία στιγμή, πριν πάει το βιβλίο στο τυπογραφείο. Η ενασχόληση με την ποίηση είναι τόσο απολαυστική και ζωογόνος όσο και επίπονη και κοπιαστική. Και φυσικά δια βίου!
Χρειαζόμαστε περισσότερο ρομαντισμό ή ρεαλισμό στις ζωές μας;
Νομίζω ότι χρειαζόμαστε ισόποσες δόσεις και από τα δύο. Σίγουρα μας λείπει ο ρομαντισμός από τις ζωές μας και από την καθημερινότητά μας. Πρέπει να τονωθεί. Από την άλλη χρειαζόμαστε τον ρεαλισμό – κι ας είναι κάποιες φορές σκληρός – για να μη λησμονούμε τα όσα συμβαίνουν γύρω μας, για να αντιδρούμε και να μην εφησυχάζουμε. Δυστυχώς, η εποχή δε μας επιτρέπει να ρεμβάζουμε αδιαφορώντας για την κοινωνική πραγματικότητα. Η δε ποίηση μπορεί να μας βοηθήσει διττά, καθώς περικλείει και τη ρομαντική και τη ρεαλιστική διάσταση. Προσωπικά όταν γράφω ένα λ.χ. ερωτικό ποίημα αφήνομαι περισσότερο στο συναίσθημα‧ όμως δεν επαφίεμαι στη ρομαντική ποίηση και δεν εγκολπώνομαι την καθαρά αισθητική πλευρά της τέχνης. Πιστεύω ακράδαντα ότι η τέχνη αποτελεί μέσο μετάδοσης κοινωνικών μηνυμάτων και αφύπνισης του λαού, επομένως δεν μπορώ παρά να γράφω και κοινωνικά ποιήματα, καθώς είμαι πολίτης και επηρεάζομαι είτε το θέλω είτε όχι από τα τεκταινόμενα. Σε κάθε περίπτωση η ποίησή μου θέλω να είναι ακήρατη σε πείσμα όλων των Σειρήνων.
Ποια θεωρείτε την πιο χαρακτηριστική φράση από τα ποιήματα στην πιο πρόσφατη ποιητική συλλογή σας;
Η αλήθεια είναι ότι δυσκολεύομαι να επιλέγω τσιτάτα από τα δικά μου ποιήματα αλλά επειδή καταλαβαίνω τον στόχο της ερώτησής σας, θα παραθέσω ένα σύντομο ποίημα απ’ την τελευταία μου συλλογή.
Ψωμί
Μια φέτα ψωμί στο τραπέζι
λίγα άνθη στο βάζο –ερατεινή
παρηγοριά– η απαλή μουσική
του ραδιοφώνου.
Αυταπάτες διαφυγής
απ’ την πλουμιστή τύρβη
ζωής αμφιλαφούς,
ζωής αποκαρωμένης.
Από τη συλλογή «Περιγραφές του ανεκπλήρωτου» εκδόσεις Κάκτος 2022.
Τι ρόλο έχει πλέον το βιβλίο και η τέχνη γενικότερα στην ψηφιακή εποχή;
Είμαι ξεκάθαρα από τους θιασώτες της άποψης ότι το έντυπο βιβλίο δε θα αντικατασταθεί και δεν πρέπει να αντικατασταθεί από τα ψηφιακά μέσα. Είναι πράγματι γεγονός ότι τα τελευταία χρόνια η διαρκής ανάπτυξη της τεχνολογίας μάς έχει δώσει ποικίλα και σημαντικά μέσα και στον χώρο του βιβλίου, όπως είναι για παράδειγμα τα e-books και τα audio-books. Με μεγάλο ενδιαφέρον, επίσης, παρακολουθώ και τη μεταγραφή βιβλίων στη γραφή braille. Αδιαμφισβήτητα αποτελούν σημαντικές καινοτομίες, οι οποίες, αν μη τι άλλο, καθίστανται ιδιαίτερα χρήσιμες και προσιτές στο σύνολο του αναγνωστικού κοινού. Όμως επιμένω ότι η φυσική μορφή δε χάνει ποτέ την αξία της. Αν επισκεφθούμε για παράδειγμα ένα μουσείο, θα δούμε τα εκθέματα ζωντανά και, ενδεχομένως, με τη ψηφιοποίηση των εκθεμάτων να δίνονται περισσότερες δυνατότητες. Για φανταστείτε σήμερα πόσο εύκολο είναι να περιηγηθεί ψηφιακά κάποιος, απ’ όπου κι αν βρίσκεται, σε ένα μουσείο ή μια πινακοθήκη που βρίσκεται στις Η.Π.Α. Αυτό όμως δε σημαίνει ότι οι χώροι τέχνης και πολιτισμού, τους οποίους επισκέπτονται εκατομμύρια ανθρώπων, πρέπει να κλείσουν. Το ίδιο συμβαίνει και με το βιβλίο. Πάντα θα υπάρχουν αναγνώστες που θα προτιμούν την έντυπη μορφή, τη μυρωδιά του φρεσκοτυπωμένου βιβλίου και το ξεφύλλισμα των σελίδων. Επομένως, η ψηφιακή εποχή οφείλει να συνεπικουρεί τη διάδοση της τέχνης πάντοτε με σεβασμό στην αυθεντική και πρωταρχική φυσική μορφή της τελευταίας.
Πώς θα περιγράφατε συνοπτικά την τελευταία σας δημιουργία;
Η πιο πρόσφατη ποιητική μου συλλογή εκδόθηκε τον Νοέμβριο του 2022 από τις εκδόσεις Κάκτος και, όπως δηλώνει και ο τίτλος της αντλημένος από το ομώνυμο ποίημα, πρόκειται για περιγραφές του ανεκπλήρωτου, για όσα δηλαδή τείνουν να συμβούν αλλά δε συμβαίνουν. Περιλαμβάνει 37 ποιήματα τα οποία στο επίκεντρό τους θέτουν τον άνθρωπο ιδωμένο ατομικά και συλλογικά. Η έλλειψη αμοιβαιότητας στον έρωτα‧ η απουσία της αληθινής αγάπης‧ η φιλαυτία και η ματαιοδοξία‧ η ματαίωση προσδοκιών και ενδόμυχων ελπίδων‧ η κοινωνική οργή που όμως δε μετατρέπεται σε ορμητικό κύμα ικανό να διαταράξει την καθεστηκυία τάξη‧ η έλλειψη κοινωνικής πρόνοιας και η σύγχρονη κοινωνική αποτελμάτωση‧ ο ρατσισμός και η στιγματοποίηση αποτελούν κάποια από τα θέματα στα οποία στηρίζονται τα ποιήματα της συλλογής. Ελπίζω οι αναγνώστες διαβάζοντας τα ποιήματα να δουν κομμάτια της ψυχής και της καθημερινότητάς τους, να σκεφτούν, να προβληματιστούν και, ενδεχομένως, να ταυτιστούν με το ποιητικό υποκείμενο. Σε κάθε περίπτωση, θεωρώ, ότι η επικοινωνία με τους αναγνώστες είναι πολύ σημαντική, καθώς η πρόσληψη, ο προβληματισμός και η συζήτηση με αφορμή την ποίηση ανανεώνει και επεκτείνει την πένα κάθε ποιητή και ανοίγει νέες ατραπούς στη λογοτεχνική δημιουργία.
Τέχνη τίκτει τείχη
Τέχνη τίκτει τείχη,
τείχη προστασίας απ’ τα καθημερινά
τερτίπια της ζωής,
τείχη ανοσίας απ’ τις καθημερινές
βαρβαρότητες των ανθρώπων,
τείχη απωθητικά δαιμόνων έκλυτων
και πλάνων,
τείχη αντοχής της ανυπόφορης ανοησίας
και της ανίατης βλακείας που μας βάλλει
πανταχόθεν.
Τέχνη τίκτει τείχη,
τείχη παντοία
μα πάνω απ’ όλα τείχη επιβίωσης
σ’ αυτούς τους εχθρικούς τόπους,
σ’ αυτά τα αφιλόξενα μέρη της οικουμένης.
(Από την παρουσίαση στο οπισθόφυλλο του βιβλίου)
Στοιχεία έκδοσης:
Εκδότης : Κάκτος
ISBN : 978-618-215-059-7
Διαστάσεις : 14 x 21
Αριθμός σελίδων: 58
Επιμέλεια: Προεστός Γιώργος
Σελίδα βιβλίου: https://www.kaktos.gr/el/mpaltas-dhmhtrhw-perigrafew-toy-anekplhrvtoy-978-618-215-059-7.html
Βιογραφικό συγγραφέα:
Ο Δημήτρης Μπαλτάς γεννήθηκε στην Αθήνα στις 15 Οκτωβρίου 1999. Σπούδασε στο τμήμα Φιλολογίας του Εθνικού & Καποδιστριακού Πανεπιστημίου Αθηνών, απ’ όπου αποφοίτησε το 2021 με βαθμό «Άριστα». Είναι μεταπτυχιακός φοιτητής στο ίδιο Πανεπιστήμιο. Έχει παρακολουθήσει πληθώρα επιμορφωτικών σεμιναρίων, εκπαιδευτικών ημερίδων και επιστημονικών συνεδρίων. Έχει φοιτήσει στο σεμινάριο «Επιμέλεια και Διόρθωση Κειμένου» του Κέντρου Επιμόρφωσης και Δια Βίου Μάθησης του ΕΚΠΑ. Ποιήματά του έχουν βραβευθεί σε λογοτεχνικούς διαγωνισμούς, όπως της Αμφικτυονίας Ελληνισμού, του Ελληνικού Πολιτιστικού Ομίλου Κυπρίων, της Ένωσης Λογοτεχνών Βορείου Ελλάδος, της Εταιρείας Γραμμάτων και Τεχνών Πειραιά, του Συλλόγου Επιστημόνων Κεντρικής Μακεδονίας «Αριστοτέλης» και του Συνδέσμου Πολιτισμού Ελλάδας-Κύπρου, και έχουν φιλοξενηθεί σε αντίστοιχες ποιητικές ανθολογίες.
Έχει δημοσιεύσει τις ποιητικές συλλογές «Η Αρχή» (εκδόσεις Οσελότος, 2019), «Μελωδίες λήθης» (εκδόσεις Αποστακτήριο, 2021), «Το όνομα του έρωτα» (εκδόσεις Αποστακτήριο, 2022).
Η ποιητική συλλογή «Περιγραφές του ανεκπλήρωτου» αποτελεί το τέταρτο λογοτεχνικό του έργο.